Η Μερόπη αστειεύεται

Η Μερόπη αστειεύεται

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011

"Σουξουλά η Άγκυρα"




Περιδιαβάζοντας σήμερα το πρωί στο διαδίκτυο και συγκεκριμένα στην κυπριακή on line εφημερίδα “O ΠΟΛΙΤΗΣ» έπεσα πάνω σ’ ένα ενδιαφέρον άρθρο του Σωτήρη Παρούτη με τίτλο «Σουξουλά η Άγκυρα». Αφορά την όψιμη αμφισβήτηση εκ μέρους του Λιβάνου της οριοθέτησης των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών (ΑΟΖ) μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ. Ο αρθρογράφος θεωρεί ότι η αμφισβήτηση αυτή υποδαυλίζεται από την Άγκυρα, η οποία επιδιώκει, με κάθε μέσον, να εμποδίσει την κυβέρνηση της Λευκωσίας να εκμεταλλευτεί την οικονομική ζώνη της. Την άποψη αυτή συμμερίζομαι κι εγώ. Διαβάστε το άρθρο είναι πολύ ενδιαφέρον. Και πραγματικά, όσον αφορά την ουσία του θέματος, είμαι πολύ περίεργη να δω πώς θα εξελιχθεί αυτή η υπόθεση της εκμετάλλευσης του οικοπέδου της Κυπριακής ΑΟΖ με αριθμό 12 και όνομα «Αφροδίτη» (πρέπει να παραδεχτείτε ότι ωραίο όνομα του δώσαμε). Θα μπορέσει μέχρι τέλους το γεωτρύπανο με τη χαρακτηριστική ονομασία «Όμηρος» της Αμερικάνικης εταιρείας Νoble Ηomer Ferrington να κάνει τη δοκιμαστική γεώτρηση? Και στη συνέχεια θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων που τυχόν βρεθούν ή αντίθετα θα μπορέσει να μας σταματήσει η Άγκυρα? Πραγματικά εύχομαι να μη συμβεί το τελευταίο.
Ας έλθω τώρα και σε μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή του πιο πάνω άρθρου. Τη λέξη «σουξουλά» που χρησιμοποιείται στον τίτλο. Το κυπριακό ρήμα «σουξουλώ» είναι ένα αξιοθαύμαστο δείγμα πώς επέδρασαν τα αρχαία ελληνικά στη διαμόρφωση της κυπριακής διαλέκτου. Σουξουλώ λοιπόν σημαίνει ενοχλώ, υποδαυλίζω, παροτρύνω. Προέρχεται από το ρήμα συξυλίζω (συν+ξύλο) = τρίβω δύο ξύλα μαζί για να πάρουν φωτιά. Στην προκειμένη περίπτωση το ρήμα αυτό πάει γάντι. «Σουξουλά» η Άγκυρα τις αραβικές χώρες γύρω από την Κύπρο (προσπαθεί να κάνει το ίδιο και με την Αίγυπτο), ώστε να καούν τα σχέδια της Κύπρου να εκμεταλλευτεί τα κοιτάσματα της. Εύχομαι να μη της περάσει.

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

θυμάμαι τα παλιά...


Διάβασα την τρυφερή ανάρτηση της κόρης μου για τη φοιτητική της χρονιά στην Αγγλία και συγκινήθηκα. Θυμήθηκα και τα δικά μου φοιτητικά χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του 70, εδώ στην Αθήνα, στου Ζωγράφου. Πόσο μακρινά μου φαίνονται σήμερα! Να φανταστείτε ότι τότε η πλατεία Ομονοίας ήταν ακριβώς, όπως φαίνεται στη φωτο πάνω. Πόσοι από σας τι θυμάστε έτσι?

Ναι, ανήκω στη γενιά του Πολυτεχνείου που τόσο λοιδωρείται τον τελευταίο καιρό. Λες και φταίμε όλοι εμείς, γιατί μερικοί της γενιάς μας θέλησαν να εξαργυρώσουν την αντίσταση στη Χούντα με πολιτικές θέσεις και ίσως με μίζες και εύκολο πλουτισμό. Πολλές φορές γυρνάει η μνήμη μου στη δική μου φοιτητική παρέα εκείνης της εποχής και αναρωτιέμαι αν υπάρχει κανείς, για τον οποίο να ντρέπομαι σήμερα. Η απάντηση είναι όχι. Οι περισσότεροι από την παρέα ήταν φοιτητές της ιατρικής, 2-3 ήταν της Φιλοσοφικής και 2 της Νομικής. Σήμερα οι της Ιατρικής είναι γιατροί του Ε.Σ.Υ. Είναι από κείνους τους γιατρούς που δεν κοίταξαν να πλουτίσουν με τον πόνο του άλλου, παρά μόνο να τον απαλύνουν. Οι της Φιλοσοφικής είναι εκπαιδευτικοί σε δημόσια σχολεία και οι της Νομικής η μια είναι Διευθύντρια σε κάποια Νομαρχία της χώρας και η άλλη είμαι εγώ. Τώρα που το ξανασκέφτομαι μόνο ένας από την παλιά παρέα ξέφυγε από τον κανόνα. «Μεγαλογιατρός» σήμερα, δραστηριοποιήθηκε, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, ως ενεργό μέλος του ΠΑΣΟΚ σε μεγάλη επαρχιακή πόλη (που έχει Ιατρική Σχολή). Μετά δε από προσπάθειες (δεν ξέρω κατά πόσο ήταν θεμιτές ή αθέμιτες), μπήκε στο πανεπιστημιακό κατεστημένο. Χώρισε τη γυναίκα του, φίλη κι αυτή από τα πανεπιστημιακά χρόνια, και μάλιστα σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής της (όταν διαγνώστηκε ότι πάσχει από καρκίνο) και παντρεύτηκε μια πολύ νεώτερη του. Πέρσι που έτυχε να τον δω σε κάποιο ιατρικό συνέδριο (από τα πολύ λίγα που συνόδευσα το σύζυγο), μου φάνηκε ότι έκανε πλαστική επέμβαση στο πρόσωπο του. Ίσως για να δείχνει νεώτερος δίπλα στη νεότατη σύζυγο.

Και επανέρχομαι στα φοιτητικά χρόνια. Οι συγκεντρώσεις στα σπίτια, όπου όλοι «μαγειροκουταλεύαμε» για να φάμε, οι επισκέψεις πού και πού σε καμιά ταβερνούλα και ιδίως στην υπόγεια ταβέρνα του κυρ Νίκου, οι βόλτες με τα πόδια και το σινεμά, ιδίως το θερινό ήταν η  ψυχαγωγία μας. Α, και το θέατρο. Είχα δει πάμπολλες παραστάσεις τότε με το φοιτητικό εισιτήριο. Οι καφετέριες, όχι δεν ήταν μέσα στις συνήθειες μας. Άλλωστε ελάχιστες υπήρχαν στου Ζωγράφου τότε. Η εξάπλωση τους είναι νεώτερο φρούτο.

Η υπόγεια ταβέρνα του κυρ Νίκου λεγόταν  «τα έξι αδέλφια». Κι αυτό γιατί ο κυρ Νίκος είχε έξι αδέλφια, δύο από τα οποία δούλευαν στο μαγαζί σερβιτόροι. Ο ένας μάλιστα έκανε και δεύτερη δουλειά. Ήταν νεκροθάφτης! Αφότου το μάθαμε, λέγαμε μεταξύ μας ότι τα λουλούδια σε μικρά βαζάκια που υπήρχαν πάντοτε σε όλα τα τραπέζια της ταβέρνας προέρχονταν από το νεκροταφείο. Γι’ αυτό μόλις καθόμασταν για φαγητό, φροντίζαμε να απομακρύνουμε το βαζάκι μας. «Τι σας φταίνε καλέ τα λουλουδάκια και τα διώχνετε?» μας ρωτούσε η γυναίκα του κυρ Νίκου, η κυρία Μαρία. Και μεις κρυφογελούσαμε. Αυτή η συμπαθητική ταβερνούλα νομίζω ότι υπάρχει ακόμα. Τη λειτουργούν ο γιος του παλιού ιδιοκτήτη και ο γαμπρός του, Γάλλος παρακαλώ. Τον έφερε η κόρη του κυρ Νίκου από τη Γαλλία, όπου σπούδαζε. Αν έφερε και πτυχίο, εκτός από σύζυγο, δεν ξέρω, θα σας γελάσω.

Ας έρθουμε τώρα στα θερινά σινεμά που ήταν η αγαπημένη μας διασκέδαση την εποχή των θερινών εξετάσεων. Διαβάζαμε όλη μέρα και το βράδυ βλέπαμε καμιά ταινία να ξεδώσουμε. Μη φανταστείτε τίποτε ταινίες κουλτουρέ. Αυτές τις βλέπαμε κυρίως το χειμώνα. Το καλοκαίρι ήταν για ελαφρές, ανέμελες ταινίες. Κωμωδίες και γουέστερν. Θερινοί κινηματογράφοι υπήρχαν αρκετοί εκείνη την εποχή στην περιοχή Ζωγράφου. Ήταν η «ΑΛΕΚΑ», η «ΑΝΟΙΞΗ», η «ΝΙΟΒΗ», ο «ΑΔΩΝΙΣ» και ένας άλλος στο Γουδί που δεν θυμάμαι πώς λεγόταν (το γήρας γαρ). Σήμερα, δυστυχώς, δεν απέμεινε κανένας από αυτούς. Γκρεμίστηκαν για να γίνουν πολυκατοικίες, εμπορικό Κέντρο (το «ΑΝΟΙΞΗ») και γκαράζ. Έμαθα ότι πέρσι έκλεισε και ο τελευταίος, η θερινή «ΑΛΕΚΑ», που για αρκετά χρόνια λειτουργούσε ως δημοτική επιχείρηση.

Μια άλλη αγαπημένη ψυχαγωγία ήταν οι βόλτες με τα πόδια. Ξεκινούσαμε από του Ζωγράφου και φτάναμε κάτω στην Αθήνα. Ή πηγαίναμε μέχρι το δάσος της Καισαριανής (συχνά τις Κυριακές για πικ νικ). Αχ, τα νιάτα! Γι’ αυτό διατηρούσαμε και σιλουέτα τότε. Τώρα περπατάμε δύο τετράγωνα και λαχανιάζουμε. Μας έφαγε το αυτοκίνητο και η καθιστική ζωή.

Άφησα τελευταίες τις διαδηλώσεις που σημάδεψαν το τελευταίο διάστημα της φοιτητικής μου ζωής. Η παρέα σύσσωμη συμμετείχε σ’ αυτές. Οι περισσότεροι δεν είμασταν οργανωμένοι (ίσως γι’ αυτό μετά δεν μπήκαμε στην πολιτική). Ούτε πρωτοπόροι. Ούτε ήρωες φυσικά. Μαθαίναμε για τις διαδηλώσεις από στόμα σε στόμα και τρέχαμε κι εμείς μέσα στο φοιτητικό πλήθος, χαμένοι μέσα στη μάζα των δημοκρατών. Δημοκράτες, έτσι απλά αυτοχαρακτηριζόμασταν τότε (το αριστερός – δεξιός ήρθε μετά). Όπως έλεγε και ο Βασίλης Ραφαηλίδης το μεγάλο πλήθος μας παρείχε ασφάλεια. Σκεφτόμασταν ότι, όσους κι αν συλλάβουν, όσους κι αν σκοτώσουν, οι πιθανότητες να μας συμβεί κακό δεν ήταν πολλές. Και πράγματι δεν μας συνέβη. Μόνο λίγο έως πολύ ξύλο φάγανε μερικοί από μας στη Νομική (Φεβρουάριο του 73) και αργότερα στο Πολυτεχνείο (Νοέμβριο του ίδιου έτους). Και το ξύλο αυτό δεν εξαργυρώθηκε. Και γιατί να εξαργυρωθεί άλλωστε?


Μιά άλλη (όχι η δική μου) φοιτητική παρέα της εποχής εκείνης. Αν προσπαθήσετε λίγο θα διακρίνετε γνωστά πρόσωπα. Π.χ. μια από τις κοπέλες είναι σήμερα δημοσιογράφος σε Μεγάλο Κανάλι.