Η Μερόπη αστειεύεται

Η Μερόπη αστειεύεται

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009

Αχ βρε γρίππη των χοίρων τι μου έκανες!


Όχι δεν αρρώστησα με τη νέα γρίππη. Ούτε κανένα δικό μου πρόσωπο. Το επιφώνημα του τίτλου έχει σχέση με την αλλαγή των σχεδίων διακοπών που μου έφερε η άτιμη η αρρώστια. Και εξηγούμαι.

Μέχρι τώρα ο άντρας μου κι εγώ ακούγαμε και βλέπαμε τη σχεδόν υστερία που κατέλαβε όλα τα ΜΜΕ με τη νέα γρίππη και σχεδόν εκνευριζόμασταν. Λέγαμε ότι υπερβάλλουν και δημιουργούν μια αδικαιολόγητη φοβία στον πληθυσμό. Δηλαδή πιο πολύ ο άντρας μου το έλεγε κι εγώ, επειδή είναι γιατρός, τον άκουγα και σχεδόν καθησυχαζόμουν (πολλά σχεδόν πέσανε σ’ αυτή την ανάρτηση). Ο καθησυχασμός αυτός μέχρι προχθές, που ο καλός μου ο αντρούλης μου έσκασε το παραμύθι. «Ξέρεις Μερόπη μου, θα ήταν φρόνιμο εκείνο το ταξιδάκι που προγραμματίζαμε για τη Λισσαβώνα να το αναβάλλαμε για του χρόνου, μέχρι να δούμε τι θα γίνει και μ’ αυτή την αρρώστια των χοίρων. Να κυκλοφορήσει κι αυτό το έρμο το εμβόλιο…». Μου ρθε κατακούτελα. Και ακολούθησε ο εξής διάλογος:

-«Μα καλά, Χριστιανέ μου, εσύ δεν είσαι που με διαβεβαίωνες ότι αυτή η υστερία που κατέλαβε τα ΜΜΕ είναι υπερβολική και ότι δεν πρόκειται παρά μια σχεδόν (να το πάλι το σχεδόν) απλή γρίππη?»

-«Ναι εγώ είμαι. Και εξακολουθώ να θεωρώ το θόρυβο υπερβολικό και την ασθένεια (σχεδόν) απλή γρίππη, αλλά…»

-«Αλλά τι?»

-«Ξέρεις την παροιμία που λέει φύλαγε τα ρούχα σου για να έχεις τα μισά? Ε, λοιπόν είναι πράγματι (σχεδόν) απλή η γρίππη, αλλά γιατί να αυξήσουμε τις πιθανότητες μας να την κολλήσουμε? Ξέρεις μέσα στο αεροπλάνο και στα ξενοδοχεία με κεντρικό κλιματισμό αυξάνουν οι πιθανότητες να κολλήσουμε ιούς, μεταξύ των οποίων και τον ιό της γρίππης αυτής. Ε, και όσο να ναι στις ομαδικές εκδρομές συγχρωτίζεσαι με πολλά άτομα. Ας καθίσουμε σπιτάκι μας, το πολύ να πάμε κάπου εδώ στην Ελλαδίτσα μας οι δυο μας και του χρόνου βλέπουμε…».

-@@#@&)))))* (ποτέ δεν κατάλαβα πώς να γράψω ευπρεπώς τις απρεπείς εκφράσεις, αραδιάζω λοιπόν διάφορα σύμβολα που βλέπω ότι κάνουν κι άλλοι)

Κι έτσι αγαπημένοι μου συμπλόγκερς, πάνε τα σχέδια μου και τα όνειρα μου για Λισσαβώνα, φέτος.

Τι θυμήθηκα τώρα!! Πριν μερικά χρόνια είχαμε βγεί μ’ ένα αγαπημένο φιλικό ζευγάρι για φαγητό. Μαζί τους έφεραν και τον οκτάχρονο γιο τους. Το παιδί που ήταν «φαγανό», μέχρι που τελείωσε το φαγητό του δεν γκρίνιαζε. Απολάμβανε το γεύμα. Μόλις τέλειωσε και την τελευταία του μπουκιά, άρχισε την γκρίνια. «Μαμά βαρέθηκα, πάμε να φύγουμε. Πάμε σε κανένα ζαχαροπλαστείο να φάμε γλυκό». Ο άντρας μου είδε ότι τις παρέες που τέλειωναν το φαγητό τους τις σέρβιραν σ’ ένα μεγάλο μπωλ «παγωτό» με γλυκό κεράσι από πάνω. «Κάνε υπομονή Γ…άκη σε λίγο θα μας φέρουν παγωτό…». Πράγματι ο Γ….άκης σταμάτησε την γκρίνια και περίμενε με ανυπομονησία το παγωτό. Μόλις ήρθε το «παγωτό» ο Γ….άκης όρμηξε πρώτος να φάει. Σε λίγο ακούγεται μια σπαρακτική παιδική κραυγή μέσα στην ταβέρνα. «Πάνε τα όνειρα μου……». «Πάνε τα σχέδια μου….». «Πάνε οι ελπίδες μου….». Τι είχε γίνει??? Το «παγωτό» δεν ήταν παγωτό. Ήταν γιαούρτι. Χα χα χα!!!!



Παρασκευή 24 Ιουλίου 2009

Λευτεριά στον....


Βλέπω σε πολλά blog να έχουν αναρτήσει σε ποστ ή στο πλάι του ιστολογίου τους διάφορα συνθήματα για ατομικές δικαστικές υποθέσεις. Συνήθως είναι του τύπου "Λευτεριά στον τάδε .." (που διέπραξε ληστεία, αλλά είναι καλό παιδί) ή "Λευτεριά στην τάδε τσιγγάνα» (η οποία είναι αυτοκαταστροφική και καταπίνει αντικείμενα, όπως παραμάνες κλπ) ή «Δικαίωση στο δείνα απεργό» (που έχει διαφορές με την τάδε Αρχή), ή «Αίσχος στον τάδε που έχει αυτή τη διαφορά με τον άλλο» κλπ κλπ. Μας καλούν δε να το διαδώσουμε και να το περιλάβουμε αυτούσιο κι εμείς στο blog μας, χωρίς να ξέρουμε λεπτομέρειες για την υπόθεση, αλλά ούτε και την πραγματική της διάσταση. Αυτοί που το περιέλαβαν άραγε γνωρίζουν λεπτομέρειες? Δεν λέω, σε μερικές από τις υποθέσεις αυτές μπορεί ο εμπλεκόμενος να έχει δίκιο, να έχει μπλεχτεί άδικα, να έχει κατηγορηθεί άδικα και να πρέπει πράγματι να απελευθερωθεί ή να τύχει μια ανθρώπινης μεταχείρισης ή ακόμα να δικαιωθεί. Μπορεί όμως και όχι (να απελευθερωθεί ή να δικαιωθεί εννοώ, γιατί ανθρώπινη μεταχείριση πρέπει να έχουν όλοι δίκαιοι ή άδικοι). Πώς θα μεταφέρω αυτούσιο το σύνθημα που έγραψε ένας άλλος, ίσως και ο πολύ ικανός επί των δημοσίων σχέσεων δικηγόρος του, χωρίς να ξέρω λεπτομέρειες από την υπόθεση?

Θα μου πει κάποιος. Μα, καλά εσύ Μερόπη τόσο αναίσθητη είσαι και δεν συγκινείσαι από τις υποθέσεις αυτές που έρχονται στο φως και δεν νιώθεις την ανάγκη να συμπαρασταθείς σε κάποιον αδίκως πάσχοντα??? Η απάντηση είναι η εξής: Προσπαθώ, με αφορμή μια υπόθεση που δεν την γνωρίζω από πρώτο χέρι, να πάρω θέση για γενικότερα θέματα, χωρίς να συνθηματολογώ. Π.χ. μπορεί να πάρω θέση στο θέμα της ανθρώπινης μεταχείρισης όλων των κρατουμένων των φυλακών, και της παροχής σ' αυτούς ιατρικής και ψυχολογικής υποστήριξης, χωρίς να απαιτήσω, συνθηματολογώντας, να απελευθερωθεί κάποιος συγκεκριμένος κρατούμενος, αφού δεν γνωρίζω τι αδικήματα διέπραξε και υπό ποιες συνθήκες. Ή ακόμα μπορεί να πάρω θέση στο θέμα μιας γρήγορης και δίκαιης δίκης, για να τελειώνει η δικαστική εκκρεμότητα που φθείρει ψυχικά τους εμπλεκομένους. Το θεωρώ παρακινδυνευμένο να παίρνω θέση και να απαιτώ μια συγκεκριμένη έκβαση σε μια ατομική υπόθεση, όπως λευτεριά στον τάδε, φυλάκιση στο δείνα, δικαίωση στον άλλο κλπ, χωρίς να γνωρίζω τι στοιχεία υπάρχουν υπέρ του, αλλά και εναντίον του.

Πριν αρκετά χρόνια, όταν ήμουν ακόμη νεαρή δικηγόρος, την κοινή γνώμη απασχόλησε μια υπόθεση «απόπειρας βιασμού». Η φερόμενη ως παθούσα τραυμάτισε με μαχαίρι πολύ σοβαρά ένα νεαρό, φερόμενο ως δράστη του βιασμού, ο οποίος μεταφέρθηκε σε Νοσοκομείο, όπου για αρκετό καιρό νοσηλευόταν σε πολύ κρίσιμη κατάσταση. Αυτή που τον τραυμάτισε συνελήφθη για απόπειρα ανθρωποκτονίας. Η δικηγόρος της, τεχνηέντως διέρρευσε στην κοινή γνώμη την πληροφορία ότι ο νεαρός της επιτέθηκε για να τη βιάσει και αυτή ασκώντας το νόμιμο δικαίωμα της για άμυνα, τον τραυμάτισε. Ξεσηκώθηκαν τότε αρκετές γυναικείες οργανώσεις και διαδήλωναν υπέρ της έξω από το Δικαστήριο, απαιτώντας την άμεση απελευθέρωση της. Υπέρ της έγραφαν και μερικοί Δημοσιογράφοι. Τότε δεν υπήρχαν blog, αλλά είμαι (σχεδόν) σίγουρη ότι αν υπήρχαν, θα έκαναν την εμφάνιση τους σ’ αυτά συνθήματα για την απελευθέρωση της.

Τελικά τι αποδείχτηκε?? Ότι ο νεαρός, ο οποίος αν δεν κάνω λάθος ήταν φοιτητής, περνούσε αμέριμνος δίπλα από τη νεαρή, η οποία αποδείχτηκε τοξικομανής. Του ζήτησε χρήματα για τη δόση της και αυτός δεν της έδωσε σημασία. Τότε του επιτέθηκε με το μαχαίρι και τον τραυμάτισε πολύ σοβαρά.(παλαιότερα είχε τραυματίσει κι άλλον για τον ίδιο λόγο). Δεν φτάνει δε που κόντεψε να χάσει τη ζωή του (τελικά σώθηκε), επί μέρες τον διέσυραν ως επίδοξο βιαστή.

Είμαι άραγε προβληματική που προβληματίζομαι επί του θέματος αυτού???

Ίσως μερικοί από σας @φίλοι μου έχετε περιλάβει τέτοιου είδους "συνθήματα" στα blog σας. Είμαι πρόθυμη να ακούσω τα αντίθετα επιχειρήματα σας. Και να το συζητήσουμε.

-----------------------

Υ.Γ. Η ανάρτηση μου αυτή αφορά όλα τα κατά καιρούς συνθήματα που εμφανίζονται στα blog και αφορούν ΑΤΟΜΙΚΕΣ δικαστικές υποθέσεις και όχι γενικότερα θέματα, όπως η διαφθορά, η προστασία και ανθρώπινη μεταχείριση των κρατουμένων κλπ, για τα οποία καλώς παίρνουν θέση οι bloggers.

Όσον αφορά το θέμα της νεαρής τσιγγάνας που έθιξα ακροθιγώς εγώ, αλλά κι ένας @φίλος στο σχόλιο του, δεν θέλω να με θεωρήσετε σκληρή. Δεν ξέρω λεπτομέρειες για τα αδικήματα που κατηγορείται η νεαρή αυτή κρατούμενη και δεν θέλω να πάρω θέση πάνω στο θέμα αν πρέπει να αφεθεί ελεύθερη ή όχι (αν δεν κάνω λάθος έχει ήδη αφεθεί ελεύθερη). Μπορώ όμως άνετα να πάρω θέση πάνω στο θέμα της μεταχείρισης της. Και ΒΕΒΑΙΑ η κρατούμενη αυτή πρέπει να τύχει ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ. Και βέβαια πρέπει να τύχει ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ και ΠΕΡΙΘΑΛΨΗΣ. Μάλιστα πιστεύω ότι το θέμα της παροχής βοήθειας και περίθαλψης έχει προτεραιότητα έναντι της απολύσεως της από τη φυλακή, αφού στην τελευταία αυτή περίπτωση, όντας ενήλικη πια (20-21 ετών), θα αφεθεί στην τύχη της. Θα προτιμούσα λοιπόν να έβλεπα ένα σύνθημα του τύπου "Περίθαλψη και ψυχολογική υποστήριξη στην κρατούμενη τάδε...", παρά το "Λευτεριά στην κρατούμενη κλπ"

Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Η κυπριακή σημαία, δυστυχώς, ποτέ δεν κυμάτισε στο πατρικό μου σπίτι....


Και σιγά σιγά φτάνουμε και στη δεύτερη θλιβερή επέτειο της Κύπρου. Αυτή της 20ης Ιουλίου 1974. Τότε που εισέβαλαν τα στρατεύματα του Αττίλα στην Κύπρο, και στο χωριό μου, τον Καραβά της Κερύνειας. Τότε που ξύπνησα από θόρυβο αεροπλάνων και άνοιξα το παράθυρο και αντίκρισα αλεξιπτωτιστές να πέφτουν. Τα γεγονότα που έζησα τότε, περιγράφω εδώ στην περσινή μου ανάρτηση.

Στο χωριό μου πήγα πάλι το 2004. Μετά από τριάντα ολόκληρα χρόνια. Οι μυρωδιές του είχαν ξεφτίσει. Δεν μύριζε πια γιασεμί, ούτε λεμονανθούς. Τα δέντρα του, οι λεμονιές, οι πορτοκαλιές, οι μανταρινιές, είχαν, τα περισσότερα, ξεραθεί. Από τα λουλούδια του κήπου μας, ελάχιστα είχαν πια απομείνει. Στην πρόσοψη του πατρικού σπιτού ήταν κρεμασμένη η τουρκική σημαία, αντάμα με αυτή του ψευδοκράτους. Πριν τριάντα και βάλε χρόνια στο ίδιο περίπου σημείο, κυμάτιζε στις (ελληνικές) εθνικές επετείους η ελληνική σημαία. Όχι η κυπριακή. Αυτή τη σημαία (την κυπριακή) σχεδόν κανείς δεν την είχε αγαπήσει. Δυστυχώς.

Καθόμουν βουρκωμένη στο καθιστικό και σχεδόν δεν τολμούσα να περιδιαβώ τα δωμάτια. Φοβόμουν να αντιμετωπίσω την πραγματικότητα? Ίσως. Με τα πολλά αποφάσισα να ζητήσω να δω το παιδικό μου δωμάτιο. Τι απογοήτευση ήταν εκείνη! Τίποτε δεν θύμιζε τη ζωή που είχα περάσει σ’ αυτό. Μόνο η μικρή βιβλιοθήκη στον τοίχο με τζάμι είχε απομείνει να με κοιτά σκονισμένη και παραπονεμένη. Αντί να έχει βιβλία, είχε κατσαρολικά. Η οικογένεια των Τουρκοκυπρίων που κατοικούσαν πια εκεί, δεν είχε καμιά σχέση με βιβλία. Κτηνοτρόφοι ήταν στο χωριό τους στην Πάφο. Τι να σου κάνουν κι αυτοί? Μήπως ήθελαν να ξεριζωθούν? Τα γεγονότα τους πήραν από κάτω, όπως κι εμάς. Μετά από τόσα χρόνια δεν είχαν ξεχάσει τα ελληνικά τους. Σ’ αυτά συνεννοήθηκαμε. Κι ενώσαμε τους καημούς μας. Ναι, είχαν κι αυτοί καημούς. Αναπολούσαν κι αυτοί το χωριό τους.

Φεύγοντας, βουρκωμένη ακόμα, ένιωσα ότι, το σπίτι μου είχε γίνει πια το σπίτι κάποιων άλλων. Και για πρώτη φορά τότε, το 2004, την αποχαιρέτησα την Αλεξάνδρεια που έχασα...



Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

15 Ιουλίου 1974. Το τέλος της ξεγνοιασιάς....


15 Ιουλίου σήμερα. Και μόλις έχω γυρίσει από την Κύπρο. Δεν θα μπορούσα λοιπόν να γράψω για κάποιο άλλο θέμα, παρά μόνο για την Κύπρο. Και για το πραξικόπημα εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όχι αυτό που πρότεινε το 1965 ο Μητσοτάκης. Αυτό που αποφάσισαν λίγα χρόνια αργότερα οι παράφρονες εγκληματίες Συνταγματάρχες των Αθηνών και υιοθέτησαν μερικοί ομοϊδεάτες τους στην Κύπρο.

Ήμουν τότε 22 χρονών κοπέλα. Μόλις είχα τελειώσει τις σπουδές μου στη Νομική και είχα επιστρέψει στην Κύπρο, στο χωριό μου, μια όμορφη παράλια κωμόπολη της επαρχίας Κερύνειας. Προμηνυόταν ένα ξέγνοιαστο καλοκαίρι με βουτιές στη θάλασσα και ξεκούραση. Οι βουτιές και η ξεγνοιασιά διήρκεσαν μόνο για δυο βδομάδες περίπου. Στις 14 Ιουλίου ο πατέρας μου θα πήγαινε στη Λευκωσία, γιατί είχε κάτι δουλειές. Εκεί είχε νοικιάσει ένα μικρό σπίτι, γιατί τα τελευταία 2-3 χρόνια εργαζόταν ως εκπαιδευτικός σε σχολείο της πρωτεύουσας. Τα καλοκαίρια και όλες τις σχολικές διακοπές όλη η οικογένεια γυρνούσε στο πατρικό σπίτι στην Κερύνεια. Έριξα λοιπόν την ιδέα στις αδελφές μου να πάμε κι εμείς στη Λευκωσία για βόλτα. Έτσι κι έγινε.

Ξημέρωσε η 15η Ιουλίου 1974. Ο πατέρας μου σηκώθηκε πρωί πρωί κι έφυγε για να κάνει τη δουλειά του. Κατά τις 8.30΄ σηκώθηκα κι εγώ και οι αδελφές μου. Παίρναμε το πρωινό μας κι ακούγαμε ραδιόφωνο. Κάναμε σχέδια, αφού μαγειρέψουμε (θυμάμαι ακόμα ότι θα φτιάχναμε φασολάκια), να κάνουμε μια ωραία βόλτα στη Λευκωσία. Ήμασταν χαρούμενες και γελούσαμε. Το γέλιο μας κόπηκε απότομα, όταν το κανονικό πρόγραμμα του ραδιοφώνου του ΡΙΚ σταμάτησε και άρχισαν εμβατήρια. Κοιταχτήκαμε παγωμένες. Σε λίγο η εκφωνήτρια ανακοίνωσε με μια άχρωμη ψυχρή φωνή ότι ο Μακάριος είναι νεκρός (έτσι είχε ανακοινωθεί αρχικά). Καλούσε τον κυπριακό λαό να σταματήσει κάθε αντίσταση. Σε λίγο ανακοινώθηκε ότι νέος Πρόεδρος της Κύπρου ορίστηκε ο Νίκος Σαμψών!!!! Ήταν το τέλος της ξεγνοιασιάς …

Επακολούθησε αγωνία για το τι απέγινε ο πατέρας που βρισκόταν στους δρόμους. Ευτυχώς μετά από δύο ώρες περίπου μπόρεσε και μας πήρε τηλέφωνο. Βρισκόταν στο Ψυχιατρείο. Όχι δεν είχε τρελαθεί. Τον σταμάτησαν αυτόν και άλλους οδηγούς στο δρόμο οι πραξικοπηματίες και τους κατεύθυναν προς το Ψυχιατρείο, γιατί είχε επιβληθεί απαγόρευση της κυκλοφορίας. Δεν ήξερε πότε θα μπορούσε να επιστρέψει στο σπίτι. Μας συμβούλευσε να μη ξεμυτίσουμε. Να μείνουμε στο σπίτι. Έτσι και κάναμε. Νύχτωσε. Ο πατέρας δεν είχε φανεί ακόμα. Η μητέρα ήταν στο χωριό. Ανέλαβα αρχηγός της οικογένειας. Ξαπλώσαμε για ύπνο. Τα βλέφαρα δεν έκλειναν. Ξαφνικά πεταχτήκαμε όρθιες. Πυκνοί πυροβολισμοί από αυτόματα όπλα ακούστηκαν. Επειδή δε ήταν σκοτάδι, βλέπαμε από το παράθυρο μικρές πύρινες σφαίρες να πηγαινοέρχονται. Έδωσα το σύνθημα να πάρουμε τα στρώματα από τα κρεβάτια και να ξαπλώσουμε στο διάδρομο. Ελάχιστος ύπνος όμως μας έπιασε και αυτός εφιαλτικός. Την άλλη μέρα μάθαμε από τη γειτόνισσα ότι είχε έρθει μια περίπολος στο διπλανό σπίτι να πάρει τον παπά που κατοικούσε εκεί, για να θάψει κρυφά στο νεκροταφείο μερικά θύματα των πραξικοπηματιών. Τους πήρε είδηση μια ομάδα αντιστασιακών κι έτσι άρχισε η ανταλλαγή πυροβολισμών που μας τάραξε τη νύχτα. Γύρω στο μεσημέρι έφτασε και ο πατέρας. Είχε βγάλει τη νύχτα καθιστός στο Ψυχιατρείο. Ήταν χλωμός και σχεδόν αμίλητος. Την άλλη μέρα μας μάζεψε και φύγαμε για το χωριό μας στην Κερύνεια. Έξω από τη Λευκωσία μια ομάδα πραξικοπηματιών μας σταμάτησε για έλεγχο. Μου ήρθε να τους φτύσω. Δεν το έκανα όμως. Στιγμή δειλίας ή σύνεσης???

Φτάσαμε στο χωριό μου, στον Καραβά της Κερύνειας που ζούσε κι αυτό τις τελευταίες του μέρες κι ας μη το ξέραμε ακόμα. Ήταν 17 Ιουλίου 1974. Η μητέρα μας περίμενε με αγωνία. Αγκαλιαστήκαμε και κλάψαμε. Γι’ αυτά που ήρθαν, αλλά και γι’ αυτά που έμελλε να έρθουν. Τα χειρότερα, για το χωριό μου και για όλη την Κύπρο…..